- πατρίου
- πάτριοςofmasc/neut gen sgπάτριοςofmasc/fem/neut gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Болгарская старостильная церковь — Болгарская православная старостильная церковь Българската православна старостилна църква … Википедия
КЛЕОМЕН — • Cleomĕnes, Κλεομένης, 1. К. I, царь спартанский, сын Анаксандрида (см. Cleombrotus, Клеомброт), человек (как говорит О. Миллер, Dorier 1, 173.) необыкновенной смелости и непреодолимой силы духа, мужественный, предприимчивый,… … Реальный словарь классических древностей
PULLUS — I. PULLUS puer effeminatus antiquis, quem Catamitum alias dixêre. Festus, Antiqui puerum, quem quis amabat, pullum eius dicebant. Graecis eôdem sensu πῶλος, ut et de meretrice. Hesych. πῶλος, ἐταῖρα. Πώλους γὰρ αύτὰς ἔλεγον, οἷον ἀφροδίτης πώλους … Hofmann J. Lexicon universale
Τιβέριος — I (Tiberius). Όνομα 2 Ρωμαίων αυτοκρατόρων. 1. Ιούλιος Καίσαρ (Ρώμη 42 π.Χ. – Μισένο 37 μ.Χ.). Απόγονος της αριστοκρατικής οικογένειας των Κλαυδίων, μπήκε νεότατος στη δημόσια ζωή και μετά τον γάμο της μητέρας του Λιβίας με τον Αύγουστο έγινε… … Dictionary of Greek
παράβαση — (Νομ.). Στο δίκαιο χαρακτηρίζεται γενικά ως π. οποιαδήποτε παραβίαση νομικού κανόνα. Στο ποινικό δίκαιο διαφόρων χωρών, ο όρος π. δηλώνει ειδικότερα τα ελαφρύτερα αδικήματα, που ο ελληνικός Π.Κ. περιλαμβάνει στην κατηγορία των πταισμάτων. Στον… … Dictionary of Greek
Μποαρνέ — (Beauharnais). Οικογένεια Γάλλων ευγενών από την Ορλεάνη· ο κλάδος που εγκαταστάθηκε στη Μαρτινίκα έπαιξε σημαντικότατο ρόλο στο δεύτερο μισό του 18ου αιώνα. 1. Αλεξάντρ (Μαρτινίκα 1760 – Παρίσι 1794). Παντρεύτηκε το 1779 τη Μαρί Ζοζέφ Ροζ Τασέ… … Dictionary of Greek